- καφεοφυτεία
- ηφυτεία με καφεόδεντρα.[ΕΤΥΜΟΛ. < καφέ-α (με συνδετικό φωνήεν -ο) + -φυτεία (< φυτεία < φυτεύω), πρβλ. βαμβακο-φυτεία, σταφιδο-φυτεία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
καφεοφυτεία — η η φυτεία καφεοδέντρων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)